27.10.13

Στο μπαρ με το λευκό πιάνο

- Ένα τσάι.
- Ένα είκοσι, κοπελιά. Ζάχαρη δίπλα. Εσείς, κύριε;
- Εγώ την τηλεόραση θέλω να χαμηλώσετε. Θέλουμε να κοιμηθούμε και δεν μπορούμε. Πολύ φωνάζει.
- Ποιος φωνάζει, κύριε;
- Η τηλεόραση, άνθρωπέ μου. Είναι δυνατά.
- Δεν γίνεται, κύριε. Το μπαρ είναι ανοιχτό όλη νύχτα.
- Μα..

1:15 πμ

Κάθομαι σε μια μαρμάρινη μπάρα στο μπαρ του πλοίου για Κρήτη. Μπαρ του πλοίου. Ακούγεται λες και είναι από ταινία του '50 με νουαρ φωτισμό. Το μέρος που φτιάχνουν τους καφέδες τέλος πάντων. Σε ένα σκαμπό. Απέναντί μου υπάρχει ένα πιάνο (ψωνισμένοι που είμαστε), λευκό, και γύρω-γύρω άνθρωποι που κοιμούνται ή προσπαθούν να κοιμηθούν ή προσπαθούν μάταια να μην κοιμηθούν πάνω στους καναπέδες. Σκέφτομαι τι πλάκα που θα είχε να πάει ένας τρελός στο πιάνο και να αρχίζει να παίζει τζαζ και να τους ξυπνήσει όλους, ειδικά τον φαλακρό κύριο που έχει βγάλει τα παπούτσια και κοιμάται καθιστός ροχαλίζοντας με ανοιχτό το στόμα μερικά εκατοστά πιο δίπλα. Αυτό που μερικοί κοιμούνται καθιστοί με τις ώρες, κατεβάζοντας απλώς το πηγούνι στο μήλο του Αδάμ, δεν το κατάλαβα ποτέ.
Είναι περίεργο το συναίσθημα να τριγυρνάς σε ένα χώρο που πολλοί άγνωστοι κοιμούνται και εσύ είσαι ξύπνιος.

Κοιτάω ένα ζευγάρι αγκαλιασμένο να κοιμάται συγκινητικά στριμωχτά μέσα σε έναν υπνόσακο.  Η γυναίκα ίσα που φαίνεται, χωμένη στην αγκαλιά του άντρα. Δίπλα υπάρχει και μια τσάντα, στρατιωτική. Με μια δεύτερη ματιά, συνειδητοποιώ ότι δεν φοράει ο άντρας το σκούρο πράσινο, αλλά η γυναίκα. Ποιος ξέρει τι ιστορία να κρύβεται κάτω από αυτόν τον υπνόσακο..

Ανακατεύω το τσάι, έτσι ώστε να μην νιώθω τους κόκκους της ζάχαρης στον πάτο του φλυτζανιού. Κοιτάω το βιβλίο που έχω μαζί και το μάτι μου πάει στη διπλανή σελίδα. Δύο φίλοι κάθονται στα δίπλα σκαμπό και ο ένας αρχίζει να χτυπάει τα χέρια του στην μπάρα με ρυθμό, προσπαθώντας να εξηγήσει στον άλλον κάτι για μια μπάντα. Και δώσ' του γέλια ο άλλος. Και ξανα δώσ' του χτυπήματα στο μάρμαρο ο πρώτος. Εντάξει, δεν είμαι η (μόνη) τρελή του μεσονυκτίου.

Σελίδα 24:

"Η Μήδεια μου γίνηκε πάθος. Η γυναίκα που από ερωτική ζήλια σκοτώνει τα παιδιά της, είναι ψυχοπαθής; Όχι. Δεν είναι. Αν ήταν, δεν θα ενέπνεε τη μεγαλοφυία του Ευρυπίδη, που δεν αναζητάει ποτέ τα θέματα των τραγωδιών του στον κύκλο της νοσηρότητας. Η Μήδεια είναι ο φυσιολογικός άνθρωπος, που το ερωτικό πάθος του συσκοτίζει το λογικό, όπως σε κάθε φυσιολογικό άνθρωπο. Κατ' αντιδιαστολήν συμπέρασμα: ο άνθρωπος που δεν μπορεί να νιώσει ένα  τέτοιο πάθος δεν είναι φυσιολογικός." *

Τέτοια ώρα, τέτοια πολύ μεγάλα λόγια.

* H Μεγάλη Χίμαιρα, Μ. Καραγάτσης

25.10.13

Στα σύνορα Τσεχίας- Γερμανίας

Αγαπώ τα ταξίδια με το τρένο. Απ' όλα τα μέσα μεταφοράς, το αεροπλάνο σε μαγεύει με την ταχύτητά του, σε παρασύρει στην ιδέα της παράξενης κατάστασης την οποία βιώνεις και κατευνάζει το άγχος της απόστασης. Το τρένο, όμως, σε υποβάλει σε κάτι διαφορετικό με την ηρεμία του. Έχει μια νανουριστική πορεία εναλλασσόμενων εικόνων και μια αίσθηση διαχρονικώς μυστήρια. Δεν είναι τυχαίο που έχει εμπνεύσει τόσες ιστορίες κυρίων με μπεζ καμπαρντίνες, δερμάτινα σημειωματάρια και στρογγυλά καπέλα. Δεν είναι τυχαίο που η Αγκάθα Κρίστι δεν έγραφε για φόνους σε πούλμαν. Δεν είναι πολύ άσχημη η λέξη "πούλμαν";

Yπάρχει, λοιπόν, μια όμορφη σύνδεση εκεί στην κεντρική Ευρώπη. Πράγα-Μόναχο και τούμπαλιν. Στο τούμπαλιν, περνούσε δύο φορές την ημέρα από το Πίλσεν και στο δρόμο για Μόναχο, σταματούσε σε διάφορα χωριά και μικρές-μικρές πόλεις τις Γερμανίας. Έβλεπες στη διαδρομή πως άλλαζαν οι φάτσες, οι κουλτούρες και τα τοπία. Ψηλοί, εύσωμοι Γερμανοί με ερυθρά πρόσωπα εναλλάσσονταν με λιγνούς, χλωμούς Τσέχους και τους κάλυπταν με τις τρανταχτές φωνές τους: "Ach, so! Ach, so!" Οι κουκέτες μύριζαν αλκοόλ από ένα σημείο και έπειτα ή ήταν γεμάτες από καφάσια με μπύρες, Αμπσέντι και άλλα ποτά, που φόρτωναν οι Γερμανοί από την Τσεχία εκμεταλλευόμενοι νόμο και συνάλλαγμα. Μέχρι να φτάσουν στο Μόναχο, τα καφάσια έμεναν μισά. 

Βρίσκω την λιγότερο αλκοολούχα κουκέτα και χώνομαι μέσα. Αραδιάζω κασκόλ και το παλτό-τέρας στο διχτάκι πάνω από το κάθισμα και κάθομαι δίπλα στο παράθυρο. Απέναντί μου, μια ηλικιωμένη Τσέχα διαβάζει κουτσομπολίστικο tv-περιοδικό με πλατινέ εξώφυλλο και μασουλάει καραμέλα που μυρίζει μέντα. Δίπλα της, ένας κύριος που μοιάζει με τον ζωγράφο που βλέπαμε μικρά στο ΕΤ3, κοιτάει βαριεστημένα το υπερ-πέραν και, που και που, κλείνει τα μάτια. Σε λίγο έρχεται κοντά μου ο Τούρκος που κάναμε παρέα, ο Σερκάν. Με τους περισσότερους Τούρκους, σαν τον Σερκάν, είχαμε διαισθητική συνεννόηση. Λέγαμε λίγο για το γύρο, τα κεφτεδάκια και το τζατζίκι και ποιανού είναι τι, και μετά γελούσαμε και γκρινιάζαμε παρέα για την κρίση και τα κοινά μας κουσούρια. Ήταν οι μόνοι που αντιλαμβάνονταν τις απόπειρες μας να μεταφράσουμε λίγο το ελληνικό χιούμορ.

Απ' έξω περνάει η κυριούλα με το καροτσάκι και τους καφέδες και εγώ σκέφτομαι την άλλη χαριτωμένη κυριούλα, από το Hogwarts Express, που μοίραζε τα μαγικά φασόλια και τα γλυκά. Η Τσέχα ηλικιωμένη αγόρασε ένα κουλούρι με σκόρδο (σιγά μη δεν είχε σκόρδο) και άρχισε πάλι να μασουλάει ρίχνοντας ψίχουλα πάνω της. 

Mετά από 3 ώρες και κάποιες στάσεις σε χωριά με καταλήξεις -und και -berg, φτάνουμε στο Regensburg. Λίγο πιο έξω από την Τσεχία, αλλά χωρίς να ακουμπάει την τσέχικη κουλτούρα. Σαν το κομμουνιστικό πέπλο να ξεχειλώθηκε κάπου ανάμεσα στα δάση των συνόρων.
Αυτό το μέρος δεν το είχα ακούσει ποτέ κι όμως ήταν απροσδόκητα γλυκό, μικρό, γραφικό, πολύχρωμο, ζεστό, καλόγουστο. Χώρεσε στην καρδιά μου αμέσως. Τώρα που το σκέφτομαι, όμως, προκύπτει το οξύμωρο του παγετού παράλληλα με αυτή τη γλύκα. Τη δεύτερη φορά που πήγα ένιωσα το μεγαλύτερο κρύο της ζωής μου. Στο Regensburg το μόνο που σε σώνει είναι το καυτό κρασί με μέλι που μοιράζουν κι αυτό για λίγο. Σε καίει πίσω από τα πνευμόνια και ηρεμείς για κανένα μισάωρο. Και μετά αρχίζεις από τα άκρα να παγώνεις. Εννοείται ότι μετά τις 8 το βράδυ δεν νιώθεις ότι εξέχει: πόδια, χέρια, μύτη, αυτιά, βλεφαρίδες, χείλια. Να θες να μιλήσεις και να βγαίνει αντί φωνημάτων, ένα ουγκ-μπουγκ.

Τώρα, όμως, είναι Φθινόπωρο.



Kατεβαίνω από το σταθμό και με χτυπάει κατευθείαν στη μύτη κάτι φουρνιστό. Μπαίνουμε στον πρώτο φούρνο και αντικρίζουμε μια παρέλαση από μπριος-μπρέτσελ-κρουασανο-σφολιάτες. Παίρνω μία τέτοια σφολιάτα μαζί με μια ζεστή σοκολάτα στο χέρι και βγαίνω στον κεντρικό δρόμο. Το καλύτερο κομμάτι της ημέρας: γεύση και παρατήρηση. 


Παρέες νέων βολτάρουν πάνω κάτω ή κάθονται σε καφέ διαβάζοντας εφημερίδες, γυναίκες περπατάνε βιαστικά πάνω σε χοντρά τακούνια και, που και που, σταματάνε χαζεύοντας μέσα στα λιθόστρωτα στενά και καλοντυμένες γιαγιάδες με καπέλα βαδίζουν πιο αργά από τους υπόλοιπους, πάντα με μια κομψότητα. Όπου και να κοιτάξω, κάθε γωνιά έχει κάτι να μου πει. Συμβατικό, επαναστατικό, χαριτωμένο, νόστιμο, τρυφερό. Κάτι έχει να μου δώσει. Ναι, αυτό συμβαίνει παντού. Μόνο που εδώ είναι πιο συμπυκνωμένο και εύκολο να το δεις μέσα σε λίγες ώρες. 


















Αυτό με τις κλειδαριές είναι γνωστό. Αντί να γράφουν τα ζευγάρια στους τοίχους και στα δέντρα, βάζουν μια κλειδαριά με τα αρχικά τους. Σαχλαμάρες, θα μου πεις. Ξέρω. Πάντως ότι οι άνθρωποι το κάνουν εκατοντάδες χρόνια τώρα. 

Regensburg, λοιπόν. 3 ώρες μακριά από έναν άλλο κόσμο. Άλλη γλώσσα, όψη, νόμισμα, κουλτούρα, τοπία, νοοτροπία. Πόση διαφορά μπορούν να κάνουν μερικά μόνο χιλιόμετρα;

21.10.13

10 πράγματα που συμβαίνουν μετά το πτυχίο

1. Βλέπεις άγνωστο σταθερό να σε καλεί στο κινητό σου. 


H καρδία σου χτυπάει δυνατά. Προσδοκίες και ελπίδες γεμίζουν την ψυχή σου. Άγχος.


Αχ! Αχ! Ποια από όλες τις δουλείες που έχω κάνει αίτηση με καλεί;

  Παίρνεις μια βαθιά ανάσα και ενεργοποιείς την πιο επαγγελματική φωνή σου. Γκουχ.       
- Παρακαλώ;
- Ναι, γεια σας. Η κυρία Χωρισδουλειάκη;
- Η ίδια! (Σκέφτεσαι ότι δεν πρέπει να ακουστείς πολύ χαζοχαρούμενος, αλλά ούτε και μίζερος, πρέπει να υπάρχει μια ισορροπία, έτσι διάβασες...)
- Ναι, σας τηλεφωνώ.. για να σας ενημερώσω για τα νέα προνομιακά πακέτα ομιλίας μπλα μπλα προσφορά μπλα μπλα μόνο προσφορά...

Κάι κάπου εκεί.. σταματάς να ακούς.

- Όχι, ευχαριστώ πολύ... (φωνή μιζέριας 100%)

2. Μαθαίνεις ότι κάποιος συμφοιτητής σου, που ποτέ δεν πατούσε σχολή, αλλά πήρατε μαζί πτυχίο, βρήκε δουλειά στο αντικείμενό σας. Το Σεπτέμβριο.

Πρώτη αντίδραση.
(Μετά το σοκ:)
"Ε, φυσικά, ρε. Ο πατέρας του ξέρει τον ξάδελφο, του θείου, του της κουμπάρας τους και τον έχωσε."


3. Ενημερώνεσαι για όλα τα site αναζήτησης εργασίας και προκηρύξεων.

Στο τέλος της ημέρας..
-Μαθαίνεις τι είναι ο ΟΑΕΔ, τα Voucher, τα έντυπα ΣΟΧ, η κάρτα ανεργίας, ο κλειδάριθμος, τα ΚΠΑ, το EURES.
-Συνειδητοποιείς ότι πολλά από τα βιογραφικά που στέλνεις με e-mail δεν τα διαβάζει, σχεδόν ποτέ, κανείς. 
-Μετά από 4 χρόνια στο Παιδαγωγικό, συναντάς τη φράση: "Ζητείται παιδοκόμος". Με πτυχίο Παιδαγωγικού.
Παιδοκόμος.
Παι-δο-κό-μος.

4. Επιβιώνεις από κουλές συνεντεύξεις.

(Αληθινή ιστορία τηλεφωνικής συνέντευξης.)

"Χρειαζόμαστε μια άριστη πτυχιούχο που να γνωρίζει 3 γλώσσες. Τα καθήκοντά σας στη γραμματειακή υποστήριξη θα περιλαμβάνουν τα πάντα. Θα είστε το δεξί χέρι του αφεντικού. Πέρα από τα γραφειοκρατικά, θα πληρώνετε λογαριασμούς ΔΕΗ, ΟΤΕ και θα σφραγίζετε τα βιβλιάρια του ΙΚΑ, εκτός του ωραρίου εργασίας σας, φυσικά. Α, και να μην ξεχάσω ότι θα πλένετε όλα τα πιάτα και τις κούπες και θα καθαρίζετε την τουαλέτα. Η τουαλέτα είναι μια και για τα δύο φύλα και όπως ξέρετε... οι άντρες είναι λίγο απρόσεκτοι. Επίσης, επειδή ο διευθυντής μας ακολουθεί αυστηρά βρετανική πολιτική, θα φτιάχνετε το τσάι. Όχι όμως "Lipton", αυτό δεν είναι γνήσια βρετανικό. "Twinings", προτιμάμε. Θα πρέπει να το προσέχετε αυτό και να μην αγοράζετε ό,τι κι ό,τι."


5.Έχεις παρενέργειές από την όλη σου προσπάθεια να δεις τι θα κάνεις με τη ζωή σου.

-Δεν σε ενδιαφέρει ο ήχος του κινητού σου. Βάζεις το εκάστοτε "Ντριιιιιιιιιιν" default της συσκευής σου στη διαπασών, μην τυχόν και σε πάρουν από δουλειά και δεν το ακούσεις.
  
-Εξασκείσαι στο να υπολογίζεις τη μισθοδοσία οποιασδήποτε δουλειάς ακούς, ανά ώρα και με ακρίβεια δεκαδικού. Έχεις και mode "μαύρα/ με ένσημα" ή "πενθήμερο/ μήνα".


7. Γίνεσαι καχύποπτος ή σταδιακά αναίσθητος με εργασιακά δεδομένα.

Μαθαίνεις ότι μια εταιρία (ή εταιρεία, για εσάς που το γράφετε έτσι) πληρώνει πολύ καλά, με ένσημα, με δώρα και δίνει και άδεια.

Μαθαίνεις ότι μια εταιρία πληρώνει κάθε μήνα, στην ώρα της.

Σου λένε ότι δεν θα πληρώνεσαι με bonus, αλλά με σταθερό μισθό.

Η αντίδρασή σου (πάντα)
8. Ακούς συνέχεια ότι όλα θα πάνε καλά και ότι θα την βρεις την άκρη. Μην αγχώνεσαι.

Πώς νιώθεις εσύ..
9. Σκέφτεσαι τουλάχιστον μια φορά στις δύο εβδομάδες την πιθανότητα να βγεις εξω-τερικό. Το ίδιο συνειδητοποιείς ότι σκέφτεται/ σχεδιάζει/ έχει ήδη κάνει ο περισσότερος κόσμος της γενιάς σου. (Αλήθεια, εκεί βρίσκεται η λύση;) Και μετά το ξανασκέφτεσαι. Και βλέπεις και ανθρώπους που όχι μόνο έμειναν εδώ, αλλά με καινοτόμες ιδέες, άλλαξαν κάτι μικρό στον τόπο τους. Δεν είναι πάνω από 25 κι όμως στήριξαν τις ιδέες τους. Είναι σαν κι εσένα, όμως άλλαξαν κάτι.



10. Ακούς συζητήσεις φίλων σου για εξεταστικές και εργασίες, καθηγητές και άλλα "φοιτητικά", και τους βλέπεις να δίνουν το πάσο στο σινεμά.


Πως νιώθεις εσύ..
Αν γέλασες με κάποιο από τα παραπάνω, συμπάσχεις, είναι σίγουρο. Αλλά ακόμα κι αν δεν γέλασες, κάνε ό,τι καλύτερο μπορείς και να είσαι σίγουρος ότι, όντως, κάποια μέρα θα γυρίσεις από μια συνάντηση/ συνέντευξη/ εξέταση/ ταξίδι/ δεν ξέρω που θα σε βγάλει ο δρόμος.. και.. 


...θα είσαι κάπως έτσι.

15.10.13

2 ώρες πίσω

"Σενιόρα;"

Καμία απάντηση...

"Σενιόρα!" 

Ανοίγω τα μάτια και βλέπω το μπράτσο της αεροσυνοδού μπροστά μου, να αρπάζει το δίσκο με τον καφέ και τα απομεινάρια.
"We have to take this. We are ready for landing."
"Εsta bem, της λέω. Obrigada."
("Eντάξει της λέω. Ευχαριστώ.")

Ήπια τον καφέ και κοιμήθηκα αμέσως;

"Εμ, τέτοιο καφεζούμι που ήταν που να με πιάσει.." 

Κάνω μια κίνηση να τρίψω τα μάτια μου και να ξε-θολώσω τους φακούς, μπας και μπορέσω να δω τι ώρα είναι και που είμαι. (Κάποιος είπε ότι όποιος δεν φοράει φακούς, δεν ξέρει την απόλαυση του να τρίβεις τα μάτια σου.)  Έχω πιαστεί σίγουρα, γιατί πονάει η μέση μου και ο αυχένας μου. Και κρυώνω. Στο διπλανό κάθισμα κάθεται ένα τζίντζερ-φακιδομύτικο αγοράκι από το Γιουνάιτιντ Στέιτς οβ Αμέρικα, όπως μου ανακοίνωσε με περηφάνια όταν το ρώτησα, και κοιμάται αναπαυτικά με ένα μαξιλάρι-λούτρινο-φίδι γύρω από τον αυχένα του. Κοιτάω το ρολόι μου και δείχνει 9 το βράδυ. Φύγαμε 5 το απόγευμα. Και είναι ακόμα μέρα; 

"2 ώρες πίσω η διαφορά, ρε" μου ψιθυρίζει το κομμάτι του εγκεφάλου μου που έχει ξυπνήσει.

Κολλάω τη μύτη μου στο παράθυρο και χαζεύω τον άγνωστο τόπο, όσο μπορώ, όταν μου αποκαλύπτεται ανάμεσα στα σύννεφα. Βίαιες σταγόνες βροχής μαστιγώνουν τα τζάμια. Τι περίεργα ωραίο συναίσθημα όταν βλέπεις μια πόλη από ψηλά. Παγώνεις για λίγο τη σκέψη σου και αφήνεσαι στην ησυχία της αρχιτεκτονικής και της γεωγραφίας. Τετράγωνα, γραμμές και χρώματα διαφορετικά από ό,τι έχει συνηθίσει το μάτι σου. Και προσπαθείς να βρεις οικειότητα στην καινούργια εικόνα. Αναπόφευκτα, αισθάνεσαι το ξένο, το διαφορετικό, όταν το βλέπεις έτσι συμπυκνωμένο. 

 Α! Θάλασσα. Ωκεανός, βασικά, ο Ατλαντικός. Δεν έχω δει ποτέ άλλοτε νερό ωκεανού, σκέφτομαι.  Καλά, αυτός κι αν είναι διαφορετικός. Είναι απλωμένος, πλατύς και αφρώδης σε όλη του την επιφάνεια και δεν χαϊδεύει την ακτή, ούτε της δίνει το δικαίωμα να διεισδύει στα νερά του. Τη λιμάρει οριζόντια και ξερνάει πάνω της όλη του την υγρασία και το κρύο που φέρνει από το Μεξικό. 

Tι άνθρωποι να κρύβονται εδώ; Μοιάζουν με εμάς;
Η μόνη πληροφορία- κουτσομπολιό που έχω από Έλληνα είναι ότι οι άντρες είναι κοντοί και οι γυναίκες έχουν παχιά φρύδια. Άλλα στερεότυπα δεν υπάρχουν. Λίγα πράγματα, φιλήσυχα, όπως και οι ίδιοι. Το ανακάλυψα εκ των υστέρων. 

Μπαμ. Το αεροπλάνο φρενάρει και η αδράνεια αντιστέκεται κολλώντας με πίσω στο κάθισμα.

Το τζίντζερ παιδάκι ξυπνάει και πετάγεται μπροστά μου θέλοντας να δει από το παράθυρο. 

"Mαμά! Στην Ισπανία μου είπες ότι θα πάμε για μπάνιο και θα έχει ήλιο! Εδώ βρέχει! "
"Στην Πορτογαλία ήρθαμε, παιδί μου." 

"Είναι κάτι που μας το μαθαίνει η ζωή, όπου πρέπει να ανεχόμαστε τα πάντα,
και τελικά βρίσκουμε ευχάριστο αυτό που πρέπει ν' ανεχόμαστε,
και καταλήγουμε να κλαίμε σχεδόν από τρυφερότητα γι' αυτό
που ανεχτήκαμε!"

Fernando Pessoa








24.8.13

Εσύ; Πόση ευτυχία μπορείς ν' αντέξεις;





Το να είσαι και να νιώθεις ουσιαστικά καλά, χρειάζεται πολλά πράγματα και κάποια από αυτά είναι τα γερά νεύρα, η υπομονή, η ψυχική ανθεκτικότητα, το θάρρος, η αντοχή και... λίγο τη νοοτροπία του δάσους και όχι του δέντρου. Είναι μια κατάσταση που ενέχει σταθερότητα με κάποιο τρόπο. Όταν δεν είσαι καλά, κοιτάς προς το καλύτερο. Εύχεσαι, (προσ)εύχεσαι, παλεύεις, είναι σαν να ανεβαίνεις μια σκάλα. Όταν φτάνεις, όμως, στην κορυφή κάποια στιγμή; Αντέχεις; Ή σε πιάνει ναυτία από την υψοφοβία της ευτυχίας και δώστου πάλι κάτω τα σκαλιά, μέχρι να φτάσεις σε ένα μέτριο σκαλί και να αισθανθείς και πάλι ασφαλής;

Αχ. Εντάξει, δεν είμαι και τέλεια εδώ, αλλά είμαι όσο καλά χρειάζεται, έτσι ώστε να μην φοβάμαι ότι θα γίνω χειρότερα, αλλά ούτε και καλύτερα για να απογοητευτώ μετά. Πόσο ανακουφιστικά ασφαλής είναι η μετριότητα; Είναι, αρκετά. Αλλά θα κρατήσει ανάλογα με τη χρήση και τον χρήστη της. Βάλε στα σκαλιά ό,τι θέλεις: Μια μέτρια δουλειά, μια μέτρια καθημερινότητα, μέτρια όνειρα, ασφαλή ή ένα μέτριο σύντροφο, γιατί καταβάθος πιστεύεις ότι δεν γίνεται να βρεις κάποιον τόσο καλό/καλή/όμορφο/ανεκτική/πλούσιο για δεύτερη φορά. (γίνεται, και τρίτη μη σου πω..) 


Την μετριότητα πολλοί εμίσησαν, την ασφάλεια ουδείς. Το γνωστό, το πεπατημένο, που δίνει κανόνες ακόμα και στον ίδιο τον ορισμό της ευτυχίας. Μια καλή δουλειά, μια καλή κοπέλα, ένα καλό αγόρι να τακτοποιηθείς. Φράσεις που όλοι τις ξέρουμε και ίσως τις λέμε, είτε τις πιστεύουμε εις βάθος είτε όχι, γιατί έτσι τις ακούγαμε πάντα από νήπια. Οι άνθρωποι πιστεύουν και πίστευαν ότι έτσι πρέπει να γίνεται.  Κάποτε όλο το είδος πίστευε ότι η Γη είναι ένα πιάτο. Όλοι αυτό πίστευαν. Όλοι αυτό έλεγαν, άρα έτσι πρέπει να είναι. Για να το λέει ο κόσμος. Ευτυχώς που υπήρχε και η φιλοσοφία και ρωτούσαν και κάποιοι το γιατί. 

Τι είναι η ανθρώπινη φύση για να τακτοποιηθεί; Πατάρι; Χαρτοφύλακας; Έχεις δει ποτέ τακτοποιημένη δημιουργικότητα; Τακτοποιημένη εφεύρεση; Τακτοποιημένη ανακάλυψη; Έχεις δει τι θα κάνει ένα παιδί 5 χρονών, αν το βάλεις σε ένα δωμάτιο να το τακτοποιήσεις; Θα αγγίζει τα αντικείμενα, θα παίζει, θα φαντάζεται, θα τους αλλάξει θέσεις, ναι, θα τα ρίξει κάτω και θα ακούσει το "μπαμ" για να ανακαλύψει και μετά θα γελάσει με φαφούτικο χαμόγελο όλο έκσταση.  Θα ζωγραφίσει ένα χαρτί και θα γουρλώσει τα μάτια στο δέος του να αφήνει κάποιος το σημάδι του. Γιατί; Γιατί έδωσε στα αντικείμενα γύρω του ζωή, πέρα από την στατική, τακτοποιημένη τους διάσταση. Εσύ χαίρεσαι, όταν ανακαλύπτεις μόνος σου (και χωρίς το manual) πως λειτουργεί η καινούργια σου φριτέζα. Σκέψου πως νιώθει το παιδί που ανακαλύπτει τον κόσμο ή φτιάχνει ένα παζλ και το κοιτάει όλο καμάρι. Έλα, αφού κι εσύ καμάρωνες όταν έστησες μόνος σου την βιβλιοθήκη από το ΙΚΕΑ. Κάποια πράγματα, απλώς τα ξεχνάμε. Ο πολιτισμός είναι η πηγή της δυστυχίας, σύμφωνα με το βιβλίο. Ίσως, όμως, ότι δεν είναι αυτός καθαυτός, αλλά η εμμονή, η προσκόλληση στον πολιτισμό του δικού μας εαυτού και η μη σωστή οπτική του. 

Και μιας και μίλησα για την προσκόλληση, να πούμε ότι πέρα από την ασφάλεια, σταθερή βελόνα στην πυξίδα της προσωπικότητας και των επιλογών που ορίζουν τις αποφάσεις και την ευτυχία , είναι το κατά πόσο και σε τι είμαστε προσκολλημένοι. Στο κατά πόσο είμαστε ελεύθεροι και όταν είμαστε μόνοι μας ή όταν συγκρινόμαστε με τους άλλους. 


5 μέρες χωρίς ίντερνετ.Τα στραβά μάτια στον άνθρωπο που είσαι μαζί, κι ας σε προσβάλλει κατ' επανάληψη. Μια γραφειοκρατική δουλειά που σιχαίνεσαι,  σε μια υπηρεσία που σε έχωσε κάποιος γνωστός κι ας έχεις τελειώσει κάτι που σου άρεσε να κάνεις, αλλά απέχει μίλια από αυτό που βιώνεις κάθε μέρα. Που να τρέχεις τώρα. Ας βολευτούμε

Πόση τέτοια ευτυχία μπορείς να αντέξεις;


Η αλήθεια είναι πως όλοι εκείνοι που θαυμάζουμε, για τους δικούς μας λόγους (σκέψου έναν, διάσημο ή μη) δεν ήταν βολεμένοι. Δεν τους ήρθαν όλα γραμμή. Δεν ξεκίνησαν από την κορυφή της σκάλας, γι' αυτό καλό είναι να μην συγκρίνουμε άδικα τη δική μας μέση ή αρχή, με τη δική τους κορυφή. Είδαν κάτι, και τόλμησαν να το δείξουν και στους άλλους. Εμείς;


Ήταν ή είναι ευτυχισμένοι

Μπορεί να μην ήταν, αλλά εσύ σίγουρα σκέφτεσαι ότι ο άνθρωπος που σε έβαλα να φέρεις στο μυαλό σου πιο πάνω, είχε ή έχει περισσότερες πιθανότητες να είναι πιο ευτυχισμένος από σένα. Ή ακόμα μπορεί να σκέφτεσαι ότι, αν ήσουν εσύ στη θέση του, θα ήσουν σίγουρα πιο ευτυχισμένος απ' ότι είσαι τώρα. Αυτή είναι ίσως η αρνητική όψη του νομίσματος της ανικανοποίητης φύσης: μαζί με την εφευρετικότητα, έρχεται και η απληστία.  

Πότε ήταν η τελευταία φορά που ήσουν χαρούμενος; 

Μπορεί να ήταν χθες, που ξάφνιασες τον υπάλληλο στο γκισέ του μετρό, επειδή του χαμογέλασες. Μπορεί, να ήταν τότε, που είδες έναν άντρα να φεύγει από το νοσοκομείο με την -υγιή- πλέον γυναίκα του/ κοπέλα του/ και να της κρατάει λουλούδια χαμογελώντας της.  Ευτυχώς, γιατί πριν λίγα δευτερόλεπτα θα κοιτούσες την οθόνη του feed στο Twitter. Θα το έχανες
Μπορεί και να ζήλεψες. 

Η ζήλια, είναι μια φυσιολογική μεν, άχρηστη και αντιπαραγωγική για την αυτο-εκτίμησή μας δε, συγκριτική διαδικασία.  Το ίδιο και ο φθόνος. Με τη διαφορά ότι η ζήλια, αφορά κάτι που πιστεύουμε ότι είναι κτητικά δικό μας και δεν το έχουμε, ενώ ο φθόνος αφορά κάτι το οποίο θα μπορούσε δικαιωματικά να είναι δικό μας, αλλά δεν το αποκτήσαμε ακόμη ή ξέρουμε ότι δεν θα το αποκτήσουμε ποτέ. 


Είναι υπέροχο, όμως, να μαθαίνεις από τους ανθρώπους. Έχουν ή δεν έχουν αυτό που θες εσύ. Έχουν όλοι την ίδια ανάγκη να γίνουν αποδεκτοί και να ακουστούν, όσο και εσύ και έχουν όλοι κάτι να σου πουν, να σου διδάξουν.


Δεν είναι και η πιο εύκολη διαδικασία να αναρωτηθείς πότε ήταν η τελευταία φορά που ήσουν ευτυχισμένος.  Δεν έχει νόημα. Μπορεί να νιώθεις και τώρα, μπορεί να νιώσεις αύριο το πρωί. Οι γύρω σου; Πότε είδες τελευταία φορά χαμόγελα ευτυχίας στους γύρω σου και πως ένιωσες; Αν ένιωσες κι εσύ χαρά, για την δική τους ευτυχία, τότε ίσως να μπορείς να αντέξεις το σκαλί τους. Αν ένιωσες όμως ζήλια ή θυμό (προς τον εαυτό μας πάνε αυτά συνήθως), τότε ίσως να μην μπορείς να φανταστείς τον εαυτό σου εκεί που είναι εκείνοι ή τέλος πάντων, να σκέφτεσαι ότι δεν αξίζει να τον φανταστείς εκεί, και να φοβάσαι


Την τελευταία αυτή φορά που ήσουν χαρούμενος, δεν φοβόσουν το ύψος, δεν σκεφτόσουν και πολλά, απλά είχες αφεθεί. Μπορεί να μην σκεφτόσουν και τίποτα. Μπορεί και ναι. 




19.8.13

Καθημερινά/ Τσεχία


Mπζ..

Μπζζ..


Πετάγομαι στην αίσθηση της δόνησης του κινητού και το ψηλαφίζω στα σκοτάδια. Πατάω "Κλείσιμο" και μισο-κλείνω κι εγώ τα μάτια, από το φως της οθόνης. Κοιτάζω την ώρα: 06:15 πμ.  

Ωραία, σκέφτομαι, έχω χρόνο. Κάτσε, τι μέρα είναι σήμερα; Μπας και το βαλα καταλάθος το ξυπνητήρι; Όχι, εντάξει, Τρίτη είναι. Τις Τρίτες έχω μάθημα στις 7:30 το πρωί.  

Ανάβω την λαμπίτσα και την στρέφω προς τον τοίχο μου, έτσι ώστε να μην πέσει στα μούτρα της συγκατοίκου μου και την ξυπνήσει. Κοιμάται μόλις 40 εκατοστά δίπλα μου,  γιατί το δωμάτιο της εστίας είναι υπερβολικά μικρό. Κοιτάω πίσω από την κουρτίνα και βλέπω το σκοτάδι να απλώνεται ανάμεσα στα δέντρα. Μια μικρή αντανάκλαση -του ελάχιστου φωτός- από το χιόνι κάνει ορατό έναν άντρα με το σκύλο του. Φεύγω από το δωμάτιο και κατευθύνομαι στην κοινόχρηστη κουζίνα. Βλέπω τους Τσέχους φοιτητές να φεύγουν ήδη για τις σχολές τους και ο νεροχύτης έχει πολλά μπολ και ποτήρια, τηγάνια με κολλημένα σκορδο- μπέικον και κρεμμύδια που έχουν μαγειρέψει για πρωινό. Η κουζίνα μυρίζει εξίσου κρεμμυδίλα. Ανοίγω το παράθυρο και μέσα σε 1 λεπτό μπαίνει παγωμένος αέρας με όλη την -8 βαθμών φρεσκάδα του.

"Μα, τι ώρα σηκώνονται κι αυτοί οι" .. . οκ, Χριστιανοί, δεν είναι, στο 80% τους είναι άθεοι. 
Βάζω νερό στο βραστήρα και περιμένω κοιτώντας το παράθυρο. Βλέπω φιγούρες σκυφτές, να βαδίζουν αργά προς τη στάση του τραμ. 


Η θέα από το παράθυρο της κουζίνας
Χτυπάω καφέ με ζάχαρη σε μια κούπα με το κουτάλι, χαζεύοντας μηχανικά, ώσπου μπαίνει στην κουζίνα σκυφτός, ένας ξερακιανός Τσέχος με κουστούμι. "Θα έχει εξεταστική", σκέφτομαι. Οι Τσέχοι υποχρεούνται να φορούν επίσημο ένδυμα, κάθε φορά που δίνουν μάθημα. 

"Άχοϊ.", μου λέει αδιάφορα, ανοίγοντας το ψυγείο.
"Άχοϊ.", του λέω, παρατηρώντας το υπερβολικά φαρδύ κουστούμι του, που τον κάνει να φαίνεται ακόμα πιο άχαρο.  Αφού πήρε ένα μπουκάλι νερό με γεύση (μάλλον σταφύλι, ήταν) έφυγε. 

Τσακ! Ο βραστήρας με ειδοποιεί με θόρυβο, ότι το νερό έβρασε. Το χύνω βιαστικά στην κούπα και ξεκινάω να ρουφάω τις πρώτες γουλιές, ήδη, από το διάδρομο προς το δωμάτιο μου.

Ανοίγω την ντουλάπα και αρχίζω να αραδιάζω στο κρεβάτι τον εξοπλισμό: καλσόν, παντελόνι, κάλτσες, φανελάκι, μπλούζα, πουλόβερ, κασκόλ, γκέτες, σκουφί, γάντια. Αφού "χτίστηκα" και έγινα ντολμαδάκι, βάζω τα παπούτσια με τον πάτο του τρακτέρ (είναι λίγο ψηλά όμως, για να έχουν μικρή επιφάνεια και να μη γλιστράνε -πράγμα που τους εξασφαλίζει και μια κάποια κομψότητα-) και το (τεράστιο) μπουφάν μου και παίρνω τον καφέ στον θερμό.  Ξεκινάω για το τραμ. Περπατάω απολαμβάνοντας τον ήχο του παπουτσιού στο αφράτο χιόνι. 


Το καθημερινό look ήταν κάπως έτσι. 






Η στάση είναι 2 λεπτά από την εστία. Έχει πολύ κόσμο, αλλά το τραμ περνάει ανά 3 λεπτά, οπότε δεν αγχώνομαι για το αν θα αργήσω. Μπαίνω στο τραμ και κατευθείαν αισθάνομαι ότι θα σκάσω από τη ζέστη της θέρμανσης. Το τραμ κατεβαίνει την μεγάλη οδό, την Κλατόφσκα.

Από το μεγάφωνο ακούγεται: "Επόμενη στάση: Ου πράτσε, κλατόφσκά".) Κατεβαίνω και αρχίζω να προχωρώ με γρήγορο βήμα προς τη σχολή, όμως δεν μπορώ, γιατί γλιστράει. Το χιόνι έχει αντικατασταθεί από ένα στρώμα πάγου και γλιτσο- βρώμας από τα αυτοκίνητα, και δεν σου επιτρέπει τανζανιές αργοπορίας. 

ο7:32. Χτυπάω την πόρτα. Η καθηγήτρια έχει ήδη ξεκινήσει το μάθημα και με κοιτάει πάνω από τα γυαλιά της. "Ι'm sorry", της λέω λαχανιασμένα. "Υou should be", μου απαντάει απότομα ρίχνοντας μου μια ματιά ενόχλησης. Η Τσέχα διπλανή μου με κοιτάει περιφρονητικά και εγώ απορημένη κοιτάω το full-make up μακιγιάζ της στις 07:33 το πρωί.  Το να αργοπορήσεις στην Τσεχία είναι χειρότερο από το να βρίσεις.  Δεν προλαβαίνω να ξε-φορτωθώ τα ρούχα μου στην κρεμάστρα και η καθηγήτρια προστάζει activity εκτός αίθουσας. Και τι activity; Αυτό που θα έκαναν και τα παιδιά. Με όλη την κινησιολογία και την ενέργεια. Που εγώ. Δεν. Έχω. Τώρα. 


Αίθουσα μαθήματος

Η ώρα είναι 09:30 πμ και εγώ έχω τελειώσει το μάθημα μου. Πηγαίνω στα Cross Cafe (κάτι σαν τα Starbucks, αλλά ο καφές τους δεν ήταν δυνατός και έβαζαν έτοιμο αφρόγαλα) δίπλα στη σχολή και παραγγέλνω μια μηλόπιτα και ένα latte. Πληρώνω 2,20 € και για τα δύο και κάθομαι για λίγο χαζεύοντας τον κόσμο..  


Παίζει να έτρωγα μια κάθε μέρα

Στις 10:30 πμ ανοίγει η λέσχη του μεσημεριανού φαγητού. Στις 10:40 γίνεται ο αδιαχώρητος πανικός από πεινασμένους Τσέχους φοιτητές (που έχουν ξυπνήσει από τις 5), έτοιμους να βουτήξουν στις καφέ σάλτσες, τα φλούο πράσινα αναψυκτικά και τα άνοστα μακαρόνια τους. Τι κι αν στην Ελλάδα οι περισσότεροι  στις 10:30 πμ πίνουν καφέ; Εδώ, τρώμε μεσημεριανό.

Η λέσχη ήταν πολύ ωραία και μου άρεσε που μέσα δούλευαν τα παιδιά που σπούδαζαν μάγειρες στα δικά τους Επαγγελματικά Λύκεια.  Αλλά όσον αφορά τα εδέσματα.. Πιστέψτε με, είμαι πολύ καλόβολη στο φαγητό. Μου αρέσουν οι μπάμιες, τα φασολάκια, ο φιδές, οι φακές και όλα αυτά στα οποία πολλοί στραβομουτσουνιάζουν και μόνο στην ιδέα. Δεν δυσφορώ εύκολα με φαγητό.

Ε, στην Τσεχία, η μπάμια μου φαινόταν πίτα κοτο-μπέικον μπροστά σε αυτά που μας έδιναν στη λέσχη.


 Ω! Μα τι απ' όλα τα άνοστα να διαλέξω;

- Μικροσκοπικό, αλάδωτο, δείγμα σαλάτας με μοβ- λάχανο και καλαμπόκι - ΜΟΝΟ;
- Γκούλας; (Κρέας με ξενέρωτη, καφέ σάλτσα ζωμού και ντάμπλιγκς (=ψωμί από πατάτα και αυγό) + μια φέτα λεμόνι που πάνω της έχει μαρμελάδα και σαντιγύ;)


Ρεβίθια έχουμε; Γιούπι!

- Κάτι που μοιάζει με κοτομπουκιές;

ΝΑΙ! Αχ, επιτέλους! Νορμάλ φαγητό και όχι τσεχίλα! 

ΧΑ! Στην έφερα αλαφροΐσκιωτη Ελληνίδα! Δεν είναι κοτο-μπουκιές! Είναι τηγανιτός τόνος και μάλιστα με σάλτσα κρεμμυδιού! Πάρτα! (*δαιμόνιος Τσέχος σεφ κακαρίζει*)


Μουάχαχαχαχα!  (via)

Eμ, έτσι εξηγούνται τα πέντε McDonald's σε μια πόλη μεγέθους Λαμίας.  Φεύγω και πάω στο σουπερ-μάρκετ. Στα Καουφλαντ. Να αγοράσω κάτι από εκεί για να μαγειρέψω.

Γυρνάω στην εστία και βρίσκω την συγκάτοικο μου ακόμα να κοιμάται. Προσπαθώ να μην την ξυπνήσω, αλλά ξυπνάει με τα χρατς - χρουτς απ' τις σακούλες.

- Καλημέρα.. (χασμουριέται) .. Τι έγινε, ρε; Τώρα γύρισες;
- Ναι, ρε, 06:15 σηκώθηκα..Πήρα κοτόπουλο να κάνουμε σήμερα γιατί πέρασα από τη λέσχη και είχε "τσεχίλες". 
- Ε, κλασικά. Έχει ήλιο; (Κάνει μια κίνηση να ανοίξει την κουρτίνα)
- Σιγά μην έχει! 
- Ξεγελάστηκα από την αντανάκλαση που κάνει το χιόνι. Πήγες Κάουφλαντ, ε; Ήθελα κι εγώ να πάω, θα πάω μετά, γιατί τώρα έχω μάθημα. Και μετά χορό. (Μόνο η Ξ. θα έβρισκε studio να συνεχίσει τον χορό στο Πίλσεν...) Να φτιάξω καφέ; 
- Φίλε, εσείς μια χαρά είστε. Εμείς και οι Πορτογαλίδες,  που είμαστε στο Education, σηκωνόμαστε χαράματα.. Φτιάξε.

(Ξέρει ότι την αγαπώ, αλλά αυτό με τον ύπνο ήταν το βάσανό μου. ) 

Τα μεσημέρια σπάνια κατάφερνα να κοιμηθώ. Μέχρι να μαγειρέψεις και να σκεφτείς τι θα κάνεις, είχε ήδη αρχίσει να νυχτώνει και έπρεπε να διαβάσω λίγο και για την επόμενη ημέρα. Aν ήμουν τυχερή και ήμουν έξω, το Πίλσεν (ή Πλζεν, στα Tσέχικα) μου έδινε απολαυστικά, ήσυχα ηλιοβασιλέματα. 


Όπως αυτό.. 

ή... αυτό.
Το καλό ήταν ότι ως φοιτήτρια εκεί, είχα πλήρη πρόσβαση στην βιβλιοθήκη και μπορούσα να δανείζομαι βιβλία (όσα έβρισκα στα αγγλικά). Η σοκολάτα της φωτογραφίας είναι από τις αγαπημένες μου και την αγόραζα από ένα βιετναμέζικο παντοπωλείο που είχαμε κοντά στην εστία. Καλούλης ήταν αυτός ο κυριούλης.  (Δεν πάχυνα τόσο στο Erasmus. Πάχυνα, όμως  λίγο, μόλις γύρισα εδώ κι άρχισα να τρώω νόστιμο φαγητό.)


Το Πίλσεν είχε πολλά πάρκα, αλλά το μεγαλύτερο ήταν το πάρκο κοντά στις εστίες. Ήταν τεράστιο και τέλειο για τρέξιμο.

Ένα συνηθισμένο βράδυ περιελάμβανε σίγουρα μπύρα. Στην Τσεχία, το να μην σ' αρέσει η μπύρα, είναι κάτι ανάλογο του να είσαι στην Ελλάδα και να μην σου αρέσει το σουβλάκι. Το μισόλιτρο ποτήρι σε μια συνηθισμένη pub, κόστιζε 0,80€ και μάλιστα κάποια μαγαζιά είχαν τραπέζια με ενσωματωμένο αυτό: Ένα μηχάνημα με οθόνη που σου έλεγε πόσο έχεις καταναλώσει και πόσο θα πληρώσεις.  Η μπύρα βρίσκεται παντού, ακόμα και στις φοιτητικές λέσχες και ρέει άφθονη. Στο super-market μπορείς να βρεις με 0,10€ το κουτάκι. 

Όσο πίνεις, τόσο πληρώνεις. 

Και τι θα μας έδιναν ως αναμνηστικό μπρελόκ από το πανεπιστήμιο; Ανοιχτήρι μπύρας, φυσικά!
Ta βράδια, συνήθως, λίγες pub έμεναν ανοιχτές μετά τις 11-12 μμ και το κρύο γινόταν αφόρητο για να κυκλοφορείς έξω. Οπότε προτιμούσα την 24ωρη ζεστασιά από το φυσικό αέριο της εστίας και μαζευόμασταν μεταξύ μας οι ερασμίτες σε κάποιο δωμάτιο. Γενικώς, συνειδητοποίησα ότι εμείς οι Έλληνες δεν πίνουμε πολύ. Δεν έχουμε τόσο έντονη την ανάγκη, τέλος πάντων. Εδώ μιλάμε για μεγάλη ποσότητα σε ημερήσια κατανάλωση, από το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού και για τις μικρές ηλικίες ακόμη. Είναι μια συνήθεια 3 λίτρων την ημέρα ανά άτομο, περίπου.  Είναι μέρος της κουλτούρας τους. 




Και, έτσι, η η μέρα κλείνει, για να διαδεχτεί την επόμενη. Όταν κοιτάω τέτοιες πανοραμικές φωτογραφίες, σκέφτομαι τι μπορεί να κάνουν οι άνθρωποι ταυτόχρονα εκείνη τη στιγμή, σε κάθε ένα μικρό σπιτάκι που βλέπω. Θα είχε πλάκα να ήταν διαφανή τα κτίρια για να μπορούσαμε να τα βλέπαμε όλα μαζί. 





17.8.13

Tι μου έμαθε η φοιτητική ζωή.

Τις προάλλες, ήμουν σε μια υπηρεσία και συμπλήρωνα ένα έντυπο. Φτάνω στο τετραγωνάκι της ιδιότητας και από συνήθεια 4 Ιανουαρίων ξεκινάω με "Φ..". 

Ουπς. Τι πάω να γράψω; Δεν είμαι πλέον φοιτήτρια. Πήρα την περάτωση σπουδών μου πριν ένα μήνα ακριβώς, και στο πορτοφόλι μου, η εσοχή που φιλοξενούσε το πάσο είναι κενή.  Κοντοστέκομαι. Τι να γράψω τώρα; Τι είμαι; (Κρίση ταυτότητας πριν τον δεύτερο καφέ - μη σου τύχει.)

  Τίποτα;
 Πτυχιούχος υποψήφια εύρεσης εργασίας;
 ✓ Blogger; (χαχα, αυτό θα είχε πλάκα να το κάνω, μόνο και μόνο για να δω την wtf έκφραση της υπαλλήλου)
Άνεργη; (αουτς)
 ✓ Εκπαιδευτικός; (μμμ...)

Ω! Το βρήκα. Θα γράψω εκπαιδευτικός. Απλώς δεν το έχω συνηθίσει. Βασικά, ούτε νιώθω ότι είμαι, αλλά τέλος πάντων. 

Δηλαδή, δεν είμαι πλέον φοιτήτρια; Σωστά. Δεν είμαι! Μετά από 16 χρόνια (12 + 4 του Πανεπιστημίου), δεν ξέρω τι ακριβώς θα κάνω τον προσεχή Σεπτέμβριο, αλλά αυτό ενέχει και μια αίσθηση ελευθερίας, αν το καλοσκεφτεί κανείς. 


 Και τι ορίζει το πέρασμα μεταξύ φοιτητικής ζωής και μη φοιτητικής ζωής; Για τον ορισμό του τι είναι φοιτητική ζωή έχει χυθεί πολύ μελάνι, σκέψη και συλλογισμός. Έχω καταλήξει ότι εξαρτάται πως τη βιώνει κανείς διαφορετικά. Όχι μόνο ανάλογα με τον χαρακτήρα του και τον τόπο (μη σου πω και τη χώρα) που την περνάει, αλλά και το χρόνο που τη βιώνει. Αλλιώς σκέφτεσαι στο πρώτο έτος, αλλιώς στο τρίτο, αλλιώς όταν ανήκεις στη σοφή γερουσία του τμήματός σου. 

Τώρα όμως που το σκέφτομαι, η φοιτητική ζωή, πέρα από την ταμπέλα της, είναι κι αυτή ζωή. Ένα χαρακτηριστικό της ίσως είναι ότι έχεις περισσότερο χρόνο και λιγότερα χρήματα, ενώ στην ενήλικη, γίνεται το αντίθετο. Ο χρόνος όμως μπορεί να γίνει πολύτιμο εφόδιο, αν τον αξιοποιήσεις σωστά. Αν και αυτό δεν είναι εύκολο. Είναι πιο εύκολο να μην κάνεις τίποτα και να είσαι αντιπαραγωγικά σαπισμένος ή να αναλώνεσαι σε καταστάσεις που δεν σε βοηθούν να εξελιχθείς ή να γίνεις θαμώνας του βασιλείου της αναβλητικότητας, μέχρι να το συνειδητοποιήσεις ένα πρωινό και να αρχίσεις τα post-it με τους στόχους. Το ότι αλλιώς τη φαντάζεσαι στο Λύκειο κι αλλιώς είναι τελικά, είναι ένας πρώτος παράγοντας απομυθοποίησης. Ωστόσο, δεν είναι ανασταλτικός για να περάσεις μια πολύ, πολύ δημιουργική και ξεχωριστή περίοδο. Αρκεί να βρεις το νόημα.

Κάποτε σε μια συζήτηση με φίλους, συμφωνήσαμε όλοι ότι πνευματικά ήμασταν πιο ενεργοί στη Γ' Λυκείου, απ' ότι τώρα. Και αυτό γιατί, ενώ το σχολείο είναι ένα κλειστό σύστημα με πρόγραμμα και κανόνες, το Πανεπιστήμιο είναι το αντίθετο και δεν έχουμε μάθει να λειτουργούμε με τόση ελευθερία. Δεν έχουμε μάθει να διαχειριζόμαστε τον χρόνο μας, να λειτουργούμε αυτόνομα. Έχουμε τόσο συνηθίσει στις φροντίδες των φροντιστηρίων, που ξεχάσαμε (ή δεν μάθαμε ποτέ) να φροντίζουμε τους εαυτούς μας και να δημιουργούμε ενδογενή κίνητρα


Γι' αυτό, όσο πιο γρήγορα αποφασίσεις πόσο πολύ θέλεις να εξερευνήσεις τις δυνατότητες σου για αυτό-βελτίωση, τόσες περισσότερες πιθανότητες έχεις να βάλεις στόχους και να το πετύχεις. Τα 4 χρόνια περνάνε πολύ γρήγορα. Το ξέρω ότι η λέξη αυτο-βελτίωση σου θυμίζει κάτι πολύχρωμα βιβλία τίτλων "Γιατί οι άντρες αγαπούν τις γυναίκες που αγαπούν τον εαυτό τους" ή "Γίνε χαρούμενος ΤΩΡΑ", αλλά η ουσία της πρέπει να απασχολεί έναν φοιτητή. 

Πριν δύο χρόνια, είχα γράψει στο παλιό μου blog ένα άρθρο με πράγματα και καταστάσεις που μου είχε διδάξει η φοιτητική μου ζωή στην Αθήνα, έως τότε. Ήμουν ακόμα σε φάση που προσπαθούσα να προσαρμοστώ στο χάος των αποστάσεων. Η φοιτητική ζωή στην Αθήνα για κάποιον που μένει πρώτη φορά χωρίς τους γονείς του είναι ένα κεφάλαιο δύσκολο, βέβαια. Γιατί άλλο ο Αθηναίος φοιτητής που εξακολουθεί να μένει με τους γονείς του, κι άλλο αυτός που αναλαμβάνει την ευθύνη ενός σπιτιού και του εαυτού του μαζί. 

Αλλά, if you make it here, you can make it anywhere. ("Τhat's what they saaaaaay")

Η Αθήνα έχει κάποια μοναδικά χαρακτηριστικά ως πόλη.  Απαιτεί περισσότερο ψάξιμο σε όλα της και, επειδή κινείται πολύ γρήγορα, δεν θα κάτσει να σε περιμένει. Αν η Θεσσαλονίκη είναι ελληνικός καφές στη χόβολη, η Αθήνα είναι εσπρέσο. Εσύ είσαι αυτός που πρέπει να μπει στους ρυθμούς της. Μπορεί να σου δώσει πολλά, αρκεί να ξέρεις που να πας και τι ακριβώς θέλεις. Και για να δεις τι ακριβώς θέλεις, πρέπει να ψάξεις λίγο μέσα σου ή στους γύρω σου ή στο Αθηνόραμα, τέλος πάντων. Το ψάξιμο είναι πάντα αναγκαίο.

Υπάρχουν τόσα όμορφα πράγματα να κάνεις, αν δεν βαριέσαι! Να ξεκινήσεις ή να ανακαλύψεις ένα ενδιαφέρον που είχες βάλει στο μάτι καιρό. Να μάθεις μια καινούργια γλώσσα. Να ταξιδέψεις και να εκμεταλλευτείς τις ευκαιρίες που σου παρέχονται δωρεάν. Πολλοί φοιτητές φτάνουν 4ο έτος και δεν ξέρουν τίποτα για τις παροχές που τους προσφέρει το πανεπιστήμιο (ξένες γλώσσες, γυμναστήριο, αναγνωστήρια). Θα μου πεις, γιατί δεν τις διαφημίζει καλύτερα το Πανεπιστήμιο; Γιατί να μην έχουμε κι εμείς clubs και κοιτώνες και να μας μοιράζουν βραχιολάκια καλωσορίσματος την ημέρα των εγγραφών; (Αυτά είναι οι παρανοήσεις που μας δημιουργούν τα μουβιζ..) Μπορεί να μην έχουμε βραχιολάκια, αλλά έχουμε πολλές σημαντικές παροχές δωρεάν ή με μικρό κόστος. Θα έλεγα στον πρωτοετή εαυτό μου να τα ψάξει καλύτερα όλα τα παραπάνω.

Η (φοιτητική) ζωή μου έδωσε ανεξαρτησία, αλλά με το φορτίο της υπευθυνότητας. Έβαλε στη ζωή μου πολύ σημαντικά, ενδιαφέροντα, ξεχωριστά άτομα και ξεκαθάρισε ό,τι παλιό και φθαρμένο υπήρχε. Μου έμαθε τη συγκατοίκηση και το πόσο τέλεια μπορεί να γίνει όταν βρεις τον σωστό άνθρωπο να συμφωνείτε τόσο πολύ σε όλα, παρόλο που άκουγα ότι η συγκατοίκηση με κοπέλα καταλήγει σε ουρλιαχτά και αμοιβαία εκσφενδόνιση καλλυντικών και λοιπών οικιακών συσκευών στους τοίχους. Μου έμαθε το blogging, τη φωτογραφία, το καλό σινεμά και την καλή μουσική, την απόλαυση του ταξιδιού, το διάβασμα σε αναγνωστήριο, τη μαγειρική. Την ευχαρίστηση στην ενασχόληση με αυτό που σου αρέσει και την Αθήνα με τα χίλια πρόσωπα. Φεύγοντας η φοιτητική ζωή δεν σε αφήνει ποτέ έτσι. 

Ό,τι έκανες, μα και ότι δεν έκανες, θα είναι μαζί σου.  Σίγουρα είσαι πιο δυνατός, πιο ώριμος, πιο συνειδητοποιημένος και με περισσότερα λάθη στην πλάτη για να αποφύγεις στο μέλλον. Ακόμα κι αν έχεις φτάσει 4ο έτος και ξύπνησες πριν λίγο. (Είναι 4:43 μμ τώρα, καλημέρα) 

Το καλό είναι ότι τελειώνοντας η φοιτητική ζωή σε βγάζει από το τελευταίο καλούπι. Στο Λύκειο θα είσαι έτσι, στο Πανεπιστήμιο είσαι έτσι. Μετά .. τι; Λοιπόν, το "τι" αυτό μπορείς πλέον να το ορίσεις εσύ. Αγχωτικό; Όχι, αν το δεις μακροσκοπικά. Απλώς είναι η πρώτη φορά που δεν υπάρχει κάποιο σύστημα να σου πει τι θα κάνεις, δεν υπάρχει μια πεπατημένη. Εσύ ορίζεις που θα πατήσεις και τι θα κάνεις. Εσύ ορίζεις τι θα γράψεις στο τετραγωνάκι της ταυτότητάς σου, εσύ θα το διαμορφώσεις. 

Λογικά, αν είσαι σ' αυτή τη μεταιχμιακή φάση, δεν θα ξέρεις τι να κάνεις. Μα, κανένας δεν ξέρει ακριβώς τι θα κάνει. Και ως φοιτητές, πάλι αναρωτιόμασταν ποιο ήταν το σωστό. 

Και δεν πειράζει.

It's fine.

Κάποιος (σοφότατος) είπε ότι, όταν τελειώνει μια πρόταση στη ζωή μας με τελεία, η επόμενη  ξεκινάει με κεφαλαίο γράμμα. 

Και έτσι δεν πρέπει;